Πολιτική κίνηση Κηφισιάς-Εκάλης-Νέας Ερυθραίας

Thursday 16 August 2012

Ναι στα φωτοβολταϊκά


Όχι στην επιδότηση των ορυκτών καυσίμων

Τραγελαφική τουλάχιστον κρίνεται η απόφαση της κυβέρνησης να μειώσει τις τιμές επιδότησης των παραγόμενων από φωτοβολταϊκά κιλοβατώρων μέχρι και 50%, σε σύγκριση με τις ισχύουσες σήμερα.
Οι Οικολόγοι Πράσινοι θεωρούμε απαράδεκτες τις μειώσεις στα οικιακά ΦΒ τη στιγμή που τα νοικοκυριά θα έπρεπε να ενθαρρύνονται να γίνουν "μικροί πράσινοι επενδυτές" εξασφαλίζοντας πρόσθετο εισόδημα, δημιουργώντας διάσπαρτες θέσεις εργασίας, προστατεύοντας το περιβάλλον και αποτρέποντας την εγκατάσταση μεγάλων ΦΒ σε γεωργικές ή φυσικές περιοχές. Απεναντίας, στόχος εφικτός θα ήταν σε μια κυβερνητική θητεία να γίνουν 100.000 ηλιακές στέγες.
Αντί η κυβέρνηση να καταβάλλει προσπάθειες να καλύψει έστω το συντηρητικό ευρωπαϊκό στόχο (20-20-20) το 2020, κυβερνητικοί παράγοντες απεργάζονται την περαιτέρω επιδότηση των ορυκτών καυσίμων (που εκτός των άλλων επιβαρύνουν δυσβάσταχτα το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών). Και μάλιστα τελευταία χρονιά πριν την τιμολόγηση της εκπομπής ρύπων, την οποία ως κοινωνία θα πληρώσουμε (μέσω των λογαριασμών -και όχι μόνο- του ηλεκτρικού ρεύματος ακριβά.
Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, η Ελλάδα χρειάζεται 9,1 επιπλέον GW ισχύ από ανανεώσιμους πόρους (και εκτίμηση για 30.000 νέες θέσεις εργασίας), προκειμένου να καλύψει τον μίνιμουμ στόχο το 2020. Μπορεί στα χαρτιά να εμφανίζεται αυξημένη προσφορά, αλλά πλειάδα παραγόντων, όπως συνέβη και τα αμέσως προηγούμενα χρόνια, στέκονται βασικά εμπόδια, με πρώτα την εντεινόμενη ύφεση και την απουσία χρηματοδοτικής ρευστότητας, την απουσία ενεργειακού σχεδιασμού, γραφειοκρατικές ασάφειες αλλά και τοπικές αντιδράσεις.
Βάσει της μελέτης, η επιδότηση των ανανεώσιμων πόρων ανέρχεται σήμερα στο 3,3% των δαπανών, ενώ μέρος των οποίων χρηματοδοτεί και την παραγωγή ενέργειας από φυσικό αέριο. Από την άλλη, κάθε επιπλέον παραγωγή από ανανεώσιμους πόρους αφαιρεί ποσά από το κόστος των εκπεμπόμενων ρύπων. Ουσιαστικά πρόκειται για μια έμμεση ανταποδοτικότητα, που αμβλύνει περισσότερο, παρά επιβαρύνει το ενεργειακό κόστος.
Η πρόφαση για τη μείωση της επιδότησης στην παραγωγή ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά αποδίδεται στο χρέος του ΛΑΓΗΕ, του ειδικού λογαριασμού για τις ανανεώσιμες πηγές. Το έλλειμμα του όμως δεν οφείλεται στις ΑΠΕ αλλά στις στρεβλώσεις της αγοράς (αφού ουσιαστικά επιδοτείται το κόστος προμήθειας της ΔΕΗ, αλλά και η μονάδα συμπαραγωγής με Φυσικό Αέριο του Μυτιληναίου). Την ίδια στιγμή οι καταναλωτές συνεχίζουν να επιδοτούν άμεσα τα ορυκτά καύσιμα, χώρια βέβαια τις κρυφές επιδοτήσεις (εξωτερικό κόστος κλπ).


Η Θεματική Ομάδα Ενέργειας των Οικολόγων Πράσινων



Περισσότερες πληροφορίες: Νίκος Μάντζαρης, τηλ 6937324780

Sunday 5 August 2012

Μπορεί να γεμίσει το άδειο (πλέον) πουκάμισο της ΔΕΘ;

Του Χρήστου Μάτη*


Το βασικό πρόβλημα της εφετινής γενικής Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης του Σεπτεμβρίου δεν είναι ούτε η σύναξη των υπουργών, ούτε οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, που εδώ και αρκετά χρόνια έχουν μεταφερθεί στην πόλη.

Τόσα χρόνια οι υπουργοί δικαίως μαζεύονταν, διότι τα υπουργεία και οι εποπτευόμενοι οργανισμοί είναι οι βασικοί χρηματοδότες της έκθεσης. Χωρίς δημόσιο τομέα η γενική έκθεση του Σεπτεμβρίου θα είχε καταρρεύσει από το 1973 και την πετρελαϊκή κρίση, που απομάκρυνε τους βασικούς εκθέτες του ιδιωτικού τομέα.

Και οι διαδηλώσεις δικαίως γίνονταν, διότι η συνολική παρουσίαση της οικονομικής πολιτικής πρέπει να έχει μια συνολική απάντηση.

Το βασικό πρόβλημα της εφετινής έκθεσης είναι ότι δεν υπάρχει οικονομική πολιτική για να εξαγγελθεί. Διότι η οικονομική πολιτική της χώρας, που δίνει το 85% των εσόδων της για να πληρώνει τα χρέη της, καθορίζεται αλλού και εξαγγέλλεται από αλλού.

Φαντάζομαι ότι θα ακουγόταν ως ανεκδοτο να ζητούσε ο πρωθυπουργός από τους δανειστές μας να περιμένουν την έκθεση του Σεπτεμβρίου, για να ανακοινώσει από πού θα μαζέψει τα 11,5 δισ. ευρώ, επειδή «έτσι είθισται». Διότι αυτή είναι η βασική οικονομική πολιτική.

Και το δεύτερο πρόβλημα της έκθεσης είναι, ότι ο δημόσιος τομέας που τη στηρίζει τελεί υπό κατάργηση. Άρα τι ακριβώς να εκθέσει; Αυτά που σε λίγο δεν θα υπάρχουν;

Όμως, πώς θα γεμίζουν τα δωμάτια στα ξενοδοχεία, αν οι κρατικοί οργανισμοί δεν στέλνουν από την Αθήνα υπαλλήλους, ακόμη και για να κρατούν ανοιχτά τα περίπτερα; Πώς θα αυξηθεί η κατανάλωση στα εστιατόρια χωρίς «υποχρεωτικούς» επισκέπτες; Πώς θα τροφοδοτηθούν οι προμηθευτές της κατασκευής των περιπτέρων;

Ουσιαστικά το μόνο που έχει σημασία πλέον στην πολιτική ζωή της χώρας είναι η συνέντευξη τύπου της Κυριακής.

Το ενδιαφέρον, λοιπόν, διολισθαίνει από την οικονομία στην τρέχουσα πολιτική. Μπορεί να δημιουργεί ένα έλλειμμα, συγχρόνως όμως ανοίγει ένα νέο πεδίο.

Τη δυνατότητα μετατροπής της Διεθνούς Έκθεσης του Σεπτεμβρίου σε ένα μεγάλο φόρουμ συζήτησης και διαλόγου για την πολιτική και την οικονομία, παράλληλα με το εκθεσιακό γεγονός.

Αυτό, όμως, δεν είναι κάτι που μπορεί να το οργανώσει μια κρατική εταιρεία εκθέσεων, η διοίκηση της οποίας συμπεριφέρεται ως ιδιώτης αναλαμβάνοντας επιχειρηματικά ρίσκα με δημόσιο χρήμα.

Αυτό είναι μία υπόθεση της ίδιας της πόλης και των ζωντανών της δυνάμεων, της οικονομίας, της εργασίας, του πολιτισμού.

Το πεδίο δόξης για το δήμο Θεσσαλονίκης μπορεί να είναι λαμπρό. Αν δεν φοβηθεί ότι μπορεί να «σκιαστεί» από λαμπρότερες παρουσίες.



*Ο Χρήστος Μάτης είναι Δημοτικός Σύμβουλος Θεσσαλονίκης, επικεφαλής της παράταξης ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ- Οικολογία στην Πράξη